Εκκολπωματική νόσος και εκκολπωματίτιδα
Εκκολπωμάτωση ή εκκολπωματική νόσος ονομάζεται η παρουσία εκκολπωμάτων σε συγκεκριμένα σημεία του τοιχώματος του παχέος εντέρου. Σπανιότερα μπορούν να εμφανιστούν σε περιοχές του λεπτού ή του 12δακτύλου. Τα εκκολπώματα είναι μικρές σακοειδείς προσεκβολές στο τοίχωμα του εντέρου, δια μέσου των πιο ευένδοτων σημείων του τοιχώματος, ή συνήθως των σημείων τα οποία εισέρχονται τα αγγεία του παχέος εντέρου. Το τοίχωμα του παχέος έντερου αποτελείται από τρία στρώματα, ορογόνος μυικός και βλεννογόνος. Η αυξημένη χρόνια πίεση στο εσωτερικό του παχέος εντέρου έχει σαν αποτέλεσμα ο βλεννογόνος και ο μυικος χιτώνας να προβάλουν διά των ευένδοτων αυτών σημείων διαμέσου των οπών αυτών του ορογόνου σχηματίζοντας την σακοειδείς προσεκβολές των εκκολπωμάτων. Μπορούν εμφανιστούν σε οποιοδήποτε σημείο του παχέος εντέρου αλλά η πιο συχνή εμφάνιση τους υπάρχει στο αριστερό κόλον και το σιγμοειδές στο οποίο παρατηρούνται και οι μεγαλύτερες ενδοαυλικές πιέσεις στο έντερο. Στις Αφρικανικές φυλές έχει αναφερθεί συχνότερη εμφάνιση στο δεξιό κόλον.
Εκκολπωματίτιδα είναι η πάθηση κατά την οποία παρουσιάζεται φλεγμονή σε ένα ή περισσότερα εκκολπώματα. Όταν υπάρξει στάση τροφής και εντερικού περιεχομένου εντός του εκκολπώματος, αυτά δύναται να επιμολυνθούν και να αναπτυχθούν ταχέως παθολογικά μικρόβια του παχέος εντέρου. Η κατάσταση αυτή μπορεί να οδηγήσει γρήγορα σε σημαντική φλεγμονή πέριξ του παχέος εντέρου ιδιαίτερα βέβαια αν συνυπάρχει και κάποιου βαθμού διάτρησης του εκκολπώματος ,αυτό μπορεί να οδηγήσει σε τοπική περιτονίτιδα ή ακόμα και σε γενικευμένη περιτονίτιδα.

Ποια είναι τα αίτια της εκκολπωμάτικης νόσου;
Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, η έλλειψη άσκησης, η κακή διατροφή, η χρόνια δυσκοιλιότητα και η χρήση κάποιων κατηγοριών φαρμάκων, είναι τα κυριότερα αίτια της εκκολπωματικής νόσου ενώ,σε κάποιο βαθμό επηρεάζει και η κληρονομικότητα.
Ιδιαίτερα δε διατροφή χαμηλή σε φυτικές ίνες φρούτα και λαχανικά η οποία οδηγεί σε χρόνια δυσκοιλιότητα λόγω των αυξημένων συσπάσεων του παχέος εντέρου στην περιοχή του σιγμοειδούς κατά την προσπάθεια για κένωση του εντέρου,οδηγεί συχνότερα στην εκκολπωμάτωση του εντέρου. Η εμφάνιση της νόσου σε μεγάλη ηλικία και συνήθως άνω των 50 ετών οφείλεται ακριβώς σε αυτήν την χρόνια διαδικασία εξέλιξης και φθοράς του παχέος εντέρου εξαιτίας της δυσκοιλιότητας. Άλλοι παράγοντες που έχουν συσχετιστεί είναι η παχυσαρκία, το κάπνισμα και η λήψη αντιφλεγμονωδών φαρμάκων. Οι γυναίκες είναι ελαφρώς πιο επιρρεπείς στην εμφάνιση της νόσου ενώ η Αφρικανική φυλή, όπως προαναφέρθηκε, μπορεί να εμφανίσει εκκολπώματα συχνότερα στο δεξιό κόλον.
Ποια είναι τα συμπτώματα της εκκολπωματίτιδας;
Η εκκολπωμάτωση του παχέος εντέρου όταν δεν συνυπάρχει φλεγμονή παρουσιάζει άτυπα συμπτώματα όπως κράμπες και ελαφρύ πόνο ή φουσκώματα ή δυσκοιλιότητα, τα οποία είναι πιο έντονα στην περιοχή που υπάρχουν τα εκκολπώματα ή με αντανάκλαση του πόνου σε γειτονικές δομές.
Όταν εμφανιστεί η φλεγμονή δηλαδή η εκκολπωματίτιδα ,τα συμπτώματα είναι αρκετά έντονα και χαρακτηριστικά. Εμφανίζεται έντονο κοιλιακό άλγος συνήθως στο κάτω αριστερό πλάγιο της κοιλιάς ή και υπομφάλια όπου είναι και η πιο συχνή θέση εντόπισης των εκκολπωμάτων. Μπορεί να συνοδεύεται ανάλογα με την έκταση της φλεγμονής με δεκατική πυρετική κίνηση, ή πυρετό ή και ρίγος, ενώ συνυπάρχει ναυτία ή εμετός. Αυτά τα χαρακτηριστικά συμπτώματα οφείλονται συνήθως στην διάτρηση ενός εκκολπώματος λόγω της φλεγμονής και, στην έξοδο κοπρανώδους περιεχομένου του παχέος εντέρου στην περιτοναϊκή κοιλότητα με αποτέλεσμα την εμφάνιση τοπικής περιτονίτιδας ή και γενικευμένης περιτονίτιδας.
Η χρόνια σκλήρυνση και πάχυνση του σιγμοειδούς οδηγεί και σε χρόνια δυσκοιλιότητα η οποία είναι χαρακτηριστική της νόσου, όπως επίσης και κάποιες συχνές ψευδό κενώσεις δηλαδή μικρότερες σε συχνότητα και ποσότητα. Κυριότερο και συχνότερο όμως σύμπτωμα της εκκολπωματικής νόσου είναι η αιμορραγία δηλαδή η εμφάνιση αίματος από το ορθό συνήθως κατά την κένωση στη λεκάνη της τουαλέτας.
Ποιες είναι οι επιπλοκές της εκκολπωματίτιδας;
Οι επιπλοκές της εκκολπωματίτιδας έχουν άμεση συσχέτιση με την έκταση της νόσου και την βαρύτητα της φλεγμονής. Η πρώτου βαθμού εκκολπωματίτιδα η οποία χαρακτηρίζεται με τοπική φλεγμονή γύρω από ένα εκκόλπωμα, συνήθως αντιμετωπίζεται συντηρητικά με ενδοφλέβια αντιβίωση ενυδάτωση και αναστολή σίτισης από το στόμα. Αποδράμει σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα συνήθως λίγων ημερών οπότε ο ασθενής επανασιτίζεται και αποχωρεί από το νοσοκομείο. Όταν όμως η φλεγμονή είναι πιο εκτεταμένη συνήθως μετά από κάποιου βαθμού διάτρησης του εκκολπωμάτος του παχέος εντέρου τοπικά ή και γενικευμένα στην κοιλιά, απαιτείται πιο εντατική θεραπεία ή ακόμη και χειρουργική αντιμετώπιση. Μία άλλη επιπλοκή της εκκολπωματίτιδας είναι η δημιουργία ενδοκοιλιακού αποστήματος το οποίο αν είναι μικρό και χωρίς επιπλοκές αντιμετωπίζεται συντηρητικά ή με κατευθυνόμενη παρακέντηση υπό υπερηχογραφική καθοδήγηση, αν όμως προκαλεί συστηματικά φαινόμενα που επηρεάζουν τον οργανισμό θα πρέπει να χειρουργηθεί.
Όταν υπάρχουν χρόνια επαναλαμβανόμενα επεισόδια οξείας εκκολπωματίτιδας τα οποία αντιμετωπίζονται συντηρητικά, υπάρχει περίπτωση αυτά να δημιουργήσουν συνθήκες τοπικά για την εμφάνιση χρόνιων συριγγίων του παχέος εντέρου.
Πως γίνεται η διάγνωση;
Η εκκολπωμάτωση του παχέος εντέρου τις περισσότερες φορές διαγιγνώσκεται τυχαία κατά την πραγματοποίηση μίας κολονοσκόπησης ρουτίνας για τσεκάπ. Αυτό ισχύει στους ασθενείς που δεν παρουσιάζουν συμπτώματα. Εκείνοι οι οποίοι έχουν χρόνια ενοχλήματα ή οξεία εκκολπωματίτιδα συνήθως υποβάλλονται σε αξονική τομογραφία η οποία θα αναδείξει την ύπαρξη των εκκολπωμάτων όσο και την φλεγμονή γύρω από αυτά.
Όταν είναι γνωστή ήδη η διάγνωση της εκκολπωματικής νόσου η εξέταση που είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για την χαρτογράφηση της έκτασης της νόσου, είναι ο βαριούχος υποκλυσμός. Ωστόσο, η εξέταση αυτή θα γίνεται σε ένα ικανό χρονικό διάστημα συνήθως δύο μήνες αφότου αποδράμει η φλεγμονή της οξείας εκκολπωματίτιδας εξαιτίας του κινδύνου διάτρησης. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο δεν θα πρέπει να πραγματοποιείται κολονοσκόπηση σε παχύ έντερο που προσφάτως έχει νοσήσει από εκκολπωματίτιδα και δεν έχει θεραπευθεί πλήρως.

Ποια είναι η χειρουργική θεραπεία της εκκολπωματίτιδας;
Όπως αναφέρθηκε οι περισσότερες περιπτώσεις εκκολπωματίτιδας διαδράμουν ελαφρά και αντιμετωπίζονται με συντηρητικά μέσα αντιμετώπισης, με χορήγηση ενδοφλέβιας αντιβίωσης και υγρών και εφαρμογή νηστείας από το στόμα. Η χειρουργική αντιμετώπιση περιορίζεται στις περιπτώσεις όπου υπάρχει μεγάλου βαθμού διάτρηση και σημαντικού βαθμού περιτονίτιδα οι οποίες αν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα χειρουργικά, θα θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή του ασθενούς. Στη χρόνια μορφή της, οι υφέσεις και οι εξάρσεις της νόσου, μπορεί να οδηγήσουν σε χρόνια στένωση του σιγμοειδούς με αποτέλεσμα να υπάρχει χρόνια και επώδυνη δυσκοιλιότητα. η μορφή αυτή χειρουργείται επίσης σε προγραμματισμένη βάση. Η νόσος επιθυμητό είναι να αντιμετωπίζεται χειρουργικά σε φάση ηρεμίας δηλαδή όταν δεν υπάρχει καθόλου η σχεδόν καθόλου φλεγμονή, ούτως ώστε το χειρουργείο να γίνει με το λιγότερο δυνατό κίνδυνο για τον ασθενή και να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος πραγματοποίησης προσωρινής εκστόμωσης του παχέος εντέρου (προσωρινή ή μόνιμη κολοστομία). Όταν δηλαδή οι συνθήκες τοπικής περιτονίτιδας αποτρέπουν την απευθείας ένωση του υπολοίπου εντέρου μετά την αφαίρεση του πάσχοντος τμήματος με τα εκκολπώματα, το έντερο θα πρέπει αναγκαστικά να εκστομωθεί προσωρινά για περίπου δύο μήνες μέχρι να αποδράμει φλεγμονή.
Στη συνέχεια πραγματοποιείται δεύτερη επέμβαση επανένωσης του εντέρου όταν οι τοπικές συνθήκες είναι πιο υγιείς για την ασφάλεια της αναστόμωσης. Η επέμβαση μπορεί να πραγματοποιηθεί ανοικτά η λαπαροσκοπικά ανάλογα με την έκταση της βλάβης την εντόπιση και το βαθμό της φλεγμονής.

ΡΩΤΗΣΤΕ ΤΟΝ ΓΙΑΤΡΟ